Τα τρόφιμα μονομαχούν! Εσύ ποντάρεις σωστά;
Καθώς οι καταναλωτές κινούνται ανάμεσα σε ένα τεράστιο αριθμό επιλογών τροφίμων, καλούμαστε συχνά να απαντήσουμε στην ίδια ερώτηση. Να διαλέξω αυτό ή μήπως καλύτερα εκείνο; Προβληματισμοί που μπορούν να συμβάλλουν στην βελτίωση των διατροφικών επιλογών, εφόσον αποκτήσουν απαντήσεις. Σύμφωνα με έρευνες, η τελική επιλογή επηρεάζεται έντονα από άλλες παραμέτρους όπως είναι η διαφήμιση, η θέση στα ράφια των σούπερ μάρκετ, η επιλογή του “φίλου” μας, η ετικέτα του τροφίμου, η γεύση και λιγότερο η επίδραση που θα έχει η επιλογή του κάθε τροφίμου στην προαγωγή της υγείας.
Ας βάλουμε λοιπόν τέτοιους σύγχρονους προβληματισμούς στο μικροσκόπιο και ας διαλέξουμε σύμφωνα με τις ανάγκες μας.
Γάλα ή «γάλα» αμυγδάλου
Η θρεπτική αξία του γάλακτος είναι γνωστή. Πλούσιο σε πρωτεΐνη υψηλής βιολογικής αξίας και μικροστοιχεία απαραίτητα για την καλή υγεία των μυών και των οστών. Έρευνες έχουν αποδείξει ότι η καθημερινή κατανάλωση του μπορεί να συμβάλλει στην καλύτερη απώλεια βάρους και κυρίως την απώλεια λίπους από την περιοχή της κοιλιάς. Στον αντίποδα, το γάλα περιέχει κορεσμένα λιπαρά οξέα, τα οποία πρέπει να είναι περιορισμένα στην διατροφή του ανθρώπου και λακτόζη. Λακτόζη είναι ένας δισακχαρίτης που απαιτεί για την πέψη του την ύπαρξη ενός ενζύμου, της λακτάσης. Άτομα που έχουν μηδενική ή περιορισμένη παραγωγή λακτάσης στο πεπτικό τους σύστημα, αδυνατούν να πέψουν το γάλα και καταλήγουν σε έντονο φούσκωμα και άλλες πεπτικές διαταραχές.
Το ρόφημα αμυγδάλου είναι ουσιαστικά ένα εκχύλισμα αμυγδάλου που αναφέρεται συχνά ως «γάλα» λόγω του χρώματος, που είναι υπόλευκο, ή λόγω του ρόλου του ως αντικαταστάτης του γάλακτος, για παράδειγμα σε ένα γεύμα δημητριακών πρωινού. Από πλευράς σύστασης, περιέχει πολύ μικρές ποσότητες μάκρο- και μικροστοιχείων. Όταν λοιπόν πρέπει να αποφασίσουμε, το γάλα κερδίζει χάρη στην υψηλή θρεπτική του αξία. Πρέπει όμως να αναφερθεί ότι άτομα με δυσανεξία, αναγκάζονται να το αποφεύγουν και χρειάζονται μία λύση σαν ρόφημα που θα περιέχει ή θα συνοδεύει το πρωινό τους ή κάποιο άλλο γεύμα. Το ρόφημα αμυγδάλου μπορεί να παίξει αυτόν τον ρόλο, εφόσον τα θρεπτικά συστατικά του γάλακτος λαμβάνονται από άλλες πηγές.
Όταν λοιπόν πρέπει να αποφασίσουμε, το γάλα κερδίζει χάρη στην υψηλή θρεπτική του αξία. Πρέπει όμως να αναφερθεί ότι άτομα με δυσανεξία, αναγκάζονται να το αποφεύγουν και χρειάζονται μία λύση σαν ρόφημα που θα περιέχει ή θα συνοδεύει το πρωινό τους ή κάποιο άλλο γεύμα. Το ρόφημα αμυγδάλου μπορεί να παίξει αυτόν τον ρόλο, εφόσον τα θρεπτικά συστατικά του γάλακτος λαμβάνονται από άλλες πηγές.
Βούτυρο ή μαργαρίνη
Το βούτυρο είναι μία λιπαρή ύλη ζωικής προέλευσης. Η θερμιδική του αξία είναι ιδιαίτερα υψηλή αφού κάθε γραμμάριο λίπους αποδίδει 9 θερμίδες. Επίσης είναι πλούσιο σε κορεσμένα- ζωικά λιπαρά και σε χοληστερόλη, τα οποία πρέπει να περιορισμένα στην καθημερινή διατροφή του ανθρώπου. Από μικροστοιχεία, αποδίδει μόνο βιταμίνη Α.
Η μαργαρίνη παρασκευάζεται από φυτικά έλαια και νερό. Χάρη στα φυτικά έλαια από τα οποία παρασκευάζεται, όπως το έλαιο λιναρόσπορου, περιέχει πολυακόρεστα λιπαρά οξέα ω-3 και ω-6 και μονοακόρεστα, τα οποία προάγουν την υγεία. Επίσης, έχει διπλή ποσότητα βιταμίνης Α αλλά και βιταμίνη Ε και βιταμίνη Κ. Δεν περιέχει χοληστερόλη.
Στην ώρα της επιλογής, ο δείκτης δείχνει προς την μαργαρίνη. Είναι πιο υγιεινή και πιο σύγχρονη. Δεν περιέχει κορεσμένα ή τρανς λιπαρά οξέα και προέρχεται από φυτικές πηγές. Έτσι εξυπηρετεί και την προστασία του περιβάλλοντος, έχοντας 70% μικρότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα σε σχέση με το βούτυρο. Πιο συγκεκριμένα, η μαργαρίνη απαιτεί κατά 2/3 λιγότερη έκταση γης και λιγότερο από το μισό όγκο νερού για την παραγωγής της, συγκριτικά με το ζωικό βούτυρο.
Πατάτα ή γλυκοπατάτα
Η πατάτα έχει αποκτήσει κακό όνομα τα τελευταία χρόνια. Ίσως λόγω συσχέτισης με την τηγανιτή πατάτα. Στην πραγματικότητα όμως η πατάτα είναι ένα αμυλούχο λαχανικό που προσφέρει ποικιλία μικροθρεπτικών συστατικών. Έχει όμως υψηλό γλυκαιμικό δείκτη, χαρακτηριστικό που σημαίνει ότι η κατανάλωση πατάτας οδηγεί σε απότομη αύξηση των επιπέδων γλυκόζης αίματος. Αντίστοιχα η γλυκοπατάτα έχει χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη, γεγονός που της δίνει ένα πλεονέκτημα. Άλλο ένα χαρακτηριστικό που την κατατάσσει στα τρόφιμα που πρέπει να επιλέγουμε, είναι ότι το ιδιαίτερο χρώμα της, οφείλεται σε αντιοξειδωτικά συστατικά που περιέχει σε ποσό 3-4 φορές μεγαλύτερο συγκριτικά με την πατάτα. Βάζοντας στην τελική εξίσωση και την υψηλή τιμή της γλυκοπατάτας, η δική μας πρόταση είναι να δώσετε «χώρο» και στις δύο επιλογές.
Καστανό ρύζι ή κινόα
Τόσο το καστανό, όσο και το λευκό ρύζι περιέχει κυρίως υδατάνθρακες και λίγη πρωτεΐνη και ελάχιστα λιπαρά και ζάχαρη. Οι περισσότεροι υδατάνθρακες βρίσκονται με την μορφή αμύλου. Αποτελεί βασικό είδος διατροφής για περισσότερους από τους μισούς ανθρώπους στην γη. Διακρίνεται στο ρύζι που είναι πλούσιο σε αμυλόζη, με κυριότερο το μπασμάτι και το κολλώδες ρύζι που είναι πλούσιο σε αμυλοπηκτίνη. Εκτός από το γεγονός ότι το μπασμάτι δεν κολλάει μετά το βράσιμο, έχουν διαφορά και στην πέψη. Το κολλώδες ρύζι πέπτεται και απορροφάται ευκολότερα. Ορισμένοι το θεωρούν ιδανικό γιατί αντιμετωπίζουν προβλήματα με το πεπτικό σύστημα, ενώ για άλλους είναι ένα σοβαρό μειονέκτημα, αφού η γρήγορη απορρόφηση οδηγεί στην απότομη αύξηση των επιπέδων γλυκόζης και ινσουλίνης στον οργανισμό. Το καστανό ρύζι περιέχει περισσότερες φυτικές ίνες ενώ και τα δύο είδη περιέχουν ανθεκτικό άμυλο, το οποίο μέσω της παραγωγής βουτυρικού οξέος συμβάλλει στην αντιμετώπιση της χρόνιας φλεγμονής.
Η κινόα, συγκριτικά με το ρύζι, περιέχει σχεδόν την ίδια ποσότητα υδατανθράκων και την διπλάσια ποσότητα πρωτεϊνών. Θεωρείται ως πλήρης πηγή πρωτεϊνών, αφού παρέχει το σύνολο των 9 απαραίτητων αμινοξέων. Επίσης, περιέχει μεγαλύτερη ποσότητα φυτικών ινών ενώ περιέχει επίσης ανθεκτικό άμυλο, προσφέροντας ανάλογα οφέλη στον καταναλωτή.
Η απόφαση λήφθηκε. Η κινόα μοιάζει με το ρύζι αλλά υπερέχει στην σύσταση. Περιέχει περισσότερη πρωτεΐνη και φυτικές ίνες. Πρέπει όμως να αναφερθεί ότι ειδικά για την πρωτεΐνη, αποτελεί ζήτημα μόνο για όσους καταναλώνουν περισσότερο φυτικής προέλευσης τρόφιμα. Όσοι καταναλώνουν ζωικά τρόφιμα, σπάνια έχουν ανάγκη περισσότερης πρωτεΐνης. Το αποτέλεσμα κρίνεται στις λεπτομέρειες. Μόνο το καστανό ρύζι είναι πλούσιο νιασίνη, θειαμίνη (Β1 και Β3), μαγνήσιο και σελήνιο, ενώ η κινόα περιέχει φυλλικό οξύ, σίδηρο, μαγνήσιο και ψευδάργυρο. Έχετε όλες τις πληροφορίες, οπότε μπορείτε να μπείτε στο παιχνίδι!